συνάρχοντα

συνάρχοντα
συνάρχω
rule jointly with
pres part act neut nom/voc/acc pl
συνάρχω
rule jointly with
pres part act masc acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • εύβουλος — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Αθηναίος πολιτικός (405; – 330; π.Χ.). Ήταν συντηρητικών αρχών και έγινε γνωστός κυρίως για την πολυετή διαχείριση των οικονομικών των Αθηνών, τα οποία διηύθυνε από το 355 με εξαιρετική ικανότητα. Απέκτησε μεγάλη… …   Dictionary of Greek

  • φάσκης — Α δέσμες ράβδων με πέλεκυ στην μέση, τις οποίες κρατούσαν οι Ρωμαίοι ραβδούχοι ως σύμβολο ισχύος και εξουσίας για τιμωρία, όταν πορεύονταν μπροστά από βασιλείς, υπάτους και άλλους άρχοντες για την εκτέλεση θανατικής ποινής («ἀπέδειξεν ἑαυτῷ… …   Dictionary of Greek

  • Γάλβας — Όνομα ιστορικών προσώπων της ρωμαϊκής εποχής. 1. Γ. Μάξιμος, Πόπλιος Σουλπίκιος (τέλη 3ου – αρχές 2ου αι. π.Χ.).Ύπατος της Ρώμης (211 π.Χ.), εργάστηκε για την άμυνα της Ρώμης εναντίον του Καρχηδόνιου στρατηγού Αννίβα. Αργότερα τέθηκε επικεφαλής… …   Dictionary of Greek

  • Γεζέριχος ή Γιζέριχος ή Γενσέριχος — (389 – 477 μ.Χ.). Βασιλιάς των Βανδάλων και των Αλανών (428 477). Ήταν νόθος γιος του βασιλιά Γοδιγισήλου, αδελφός και διάδοχος του Γονδερίχου, μετά τον θάνατο του οποίου ανέβηκε στον θρόνο της Ισπανίας. Ο Γ., ευφυής άνθρωπος, πανούργος πολιτικός …   Dictionary of Greek

  • Θεσσαλονίκη — I (4ος αι. π.Χ.). Κόρη του Φιλίππου Β’ της Μακεδονίας και της συζύγου του Νικησίπολης, αδελφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Σύζυγός της υπήρξε ο Κάσσανδρος, από τον οποίο απέκτησε τρεις γιους: τον Φίλιππο, τον Αντίπατρο και τον Αλέξανδρο. Τη σκότωσε ο… …   Dictionary of Greek

  • Λούκουλλος, Μάρκος Λικίνιος — (Marcus Licinius Lucullus, τέλη 2ου – μέσα 1ου αι. π.Χ.). Ρωμαίος στρατηγός. Στα χρόνια της υπατείας του αδελφού του Λεύκιου Λικίνιου Λούκουλλου (βλ. λ.) εξελέγη, μαζί με τον Κάσιο Λογγίνο, ύπατος (73 π.Χ.). Στον Λ. και στον συνάρχοντά του… …   Dictionary of Greek

  • Μάρκος Αυρήλιος, Αντωνίνος — (Marcus Aelius Aurelius Antoninus, Ρώμη 121 – Βιντόμπονα 180). Ρωμαίος αυτοκράτορας (161 180) και στωικός φιλόσοφος, ισπανικής καταγωγής. Από νεαρή ηλικία αφοσιώθηκε στη φιλοσοφία και διδάχθηκε τη ρητορική από τον περίφημο Φρόντωνα. Απέκτησε την… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”